Εκφοβισμοί και χρηματισμός πίσω από τη Συνθήκη για τα Πλαστικά: Οι πετρελαιοπαραγωγοί κινούν τα νήματα στις διαπραγματεύσεις
Στη Γενεύη της Ελβετίας συναντώνται τον Αύγουστο εθνικές αντιπροσωπείες, λομπίστες, ακτιβιστές και επιστήμονες για τον έκτο γύρο διαπραγματεύσεων για μια Παγκόσμια Συνθήκη για τα Πλαστικά.
Το διακύβευμα είναι κατά πόσο μπορεί να συγκρατηθεί η πλημμυρίδα τοξικής πλαστικής ρύπανσης που κατακλύζει το περιβάλλον, με την επίτευξη αυτού του στόχου να παραμένει ζωτικής σημασίας όχι μόνο για την προστασία των ανθρώπων και του πλανήτη, αλλά και για την ανάσχεση της κλιματικής κρίσης και της τρομακτικής παγκόσμιας απώλειας άγριας ζωής.
Η συνθήκη για το πλαστικό αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης, υπό την αιγίδα του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών (UNEP), από το 2022, ωστόσο, από την αρχή, οι συνομιλίες σκιάζονται από μια θεμελιώδη διαφωνία.
Περισσότερες από 100 χώρες, με τη στήριξη άνω των 1.100 επιστημόνων, υποστηρίζουν ότι είναι απαραίτητο να τεθεί ανώτατο όριο στην αλματώδη παραγωγή πλαστικού ώστε να μειωθούν οι βλάβες που προκαλεί. Το «πετροχημικό μπλοκ», από την άλλη - που ηγείται της παραγωγής πλαστικού - υποστηρίζει ότι η έμφαση πρέπει να δοθεί στη βελτιωμένη διαχείριση και ανακύκλωση των αποβλήτων.
Αφιέρωμα του Guardian αποκαλύπτει το τοξικό κλίμα μέσα στο οποίο διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις, όπου η επιστημονική τεκμηρίωση και οι φωνές των θυμάτων συγκρούονται με την ισχυρή παρουσία βιομηχανικών λόμπι, τα οποία παρεμποδίζουν κάθε πρόοδο στις συνομιλίες χρησιμοποιώντας μεθόδους εκφοβισμού και παραπληροφόρησης.
Η περιβαλλοντική επιστημονική κοινότητα έχει καταγγείλει συστηματική παρενόχληση, απόπειρες καταγραφής προσωπικών στοιχείων και αποκλεισμό από κρίσιμες συνεδριάσεις, ενώ την ίδια ώρα οι λομπίστες της βιομηχανίας ξεπερνούσαν στο τελευταίο γύρο σε αριθμούς ακόμη και τα μέλη των εθνικών αντιπροσωπειών, ενώ ήταν... τριπλάσιοι από τους ανεξάρτητους επιστήμονες.
Αυτή η ανισορροπία - τονίζουν οι ακτιβιστές - παραμερίζει τα επιστημονικά δεδομένα προς όφελος των εταιρικών συμφερόντων, υπονομεύοντας την αποτελεσματικότητα που θα μπορούσε να έχει η συνθήκη.
Όπως εξηγεί ο Ντέιβιντ Αζουλέι, δικηγόρος της μη κυβερνητικής περιβαλλοντικής οργάνωσης CIEL, οι πετρελαιοπαραγωγοί και η βιομηχανία πρέπει να συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις, ωστόσο θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο πως εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα. «Το γεγονός ότι υπάρχει μια μεγάλη ομάδα που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις δεν αποτελεί πρόβλημα, καθώς η βιομηχανία είναι πράγματι μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών. Το ότι τους δίνεται, ωστόσο, στην καλύτερη περίπτωση ίση πρόσβαση στις διαδικασίες με αυτούς που είναι θύματα του προβλήματος που δημιουργούν, αυτό ναι, είναι πρόβλημα.»
«Υπάρχει μια προβληματική στον τρόπο λειτουργίας της UNEP, που θεωρεί ότι οι άνθρωποι που δημιούργησαν την κρίση, ωφελήθηκαν από αυτήν και ψεύδονται επί δεκαετίες, είναι αξιόπιστοι εταίροι σήμερα για την επίλυσή της.
Στο πλαίσιο αυτό προκύπτουν άλλωστε κι ερωτήματα πολιτικής ηθικής, καθώς η UNEP φαίνεται να έχει αναπτύξει ιδιαίτερα στενούς δεσμούς με κράτη που αντιστρατεύονται τους σκοπούς της ίδιας της συνθήκης. Η οικονομική εξάρτηση του οργανισμού από εθελοντικές εισφορές εντείνει τους φόβους για επιρροές που εκτρέπουν τις διαπραγματεύσεις από τον αρχικό τους στόχο: τον περιορισμό της παγκόσμιας ρύπανσης από πλαστικά με τρόπο δίκαιο, δεσμευτικό και επιστημονικά τεκμηριωμένο.
Στο επίκεντρο της κριτικής έχε βρεθεί και η διευθύντρια της UNEP, η οποία έχει κατηγορηθεί για αδιαφάνεια και αθέμιτες πιέσεις προς χώρες που ζητούν δεσμευτικούς περιορισμούς στην παραγωγή πλαστικών, καθώς και για διακριτικές σχέσεις με την Σαουδική Αραβία - η οποία ηγείται της ομάδας που συστηματικά μπλοκάρει κάθε πρόοδο, αξιοποιώντας την οικονομική της ισχύ.
Η Ίνγκερ Άντερσεν επικρίθηκε ιδιαίτερα στο παρελθόν για μια δήλωση που θεωρήθηκε ότι υπονομεύει τις συζητήσεις περί ορίου στην παραγωγή πλαστικών:
«Δεν αρκεί το "όριο ή όχι όριο", γιατί αυτή δεν είναι μια έξυπνη συζήτηση», είχε δηλώσει τον Σεπτέμβριο του 2024, τονίζοντας πως η μείωση της παραγωγής θα πρέπει να εστιάσει στον ακατέργαστο πολυμερές για προϊόντα μίας χρήσης και βραχυχρόνιας διάρκειας, κι όχι «στα εξαρτήματα αυτοκινήτων και στα φτερά αεροπλάνων».
Η δήλωσή της αυτή αντίκειται σε επιστημονικά δεδομένα που δείχνουν ότι η περιβαλλοντική επίπτωση των πλαστικών ξεκινά από την εξόρυξη και παραγωγή τους, όχι μόνο από τη χρήση τους.
Η επόμενη φάση των διαπραγματεύσεων αναμένεται τώρα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Ορισμένες χώρες επιμένουν σε μια φιλόδοξη προσέγγιση, ενώ άλλες, στηριγμένες σε βιομηχανικά συμφέροντα, επιδιώκουν την αδράνεια ή την αποδυνάμωση της συνθήκης. Η τελική έκβαση θα κρίνει κατά πόσο η διεθνής κοινότητα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει ριζικά ένα από τα πλέον διαρκή και παγκόσμιας κλίμακας περιβαλλοντικά προβλήματα.
«Βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι. Η ευκαιρία να εξασφαλίσουμε μια αποτελεσματική συνθήκη για τα πλαστικά που θα προστατεύει την υγεία μας, τη βιοποικιλότητα και το κλίμα παραμένει εφικτή», σημείωνε τον περασμένο Δεκέμβρη ο Γκράχαμ Φορμπς, επικεφαλής της αποστολής της Greenpeace στις διαπραγματεύσεις για μια Παγκόσμια Συνθήκη για τα Πλαστικά.
«Κάποιοι καθιστούν αυτό το εγχείρημα πιο δύσκολο, αλλά το μάθημα είναι σαφές: οι φιλόδοξες χώρες δεν πρέπει να επιτρέψουν στις βιομηχανίες ορυκτών καυσίμων και πετροχημικών, που υποστηρίζονται από μια μικρή μειοψηφία χωρών, να εμποδίσουν τη βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας. Μια ισχυρή συμφωνία που προστατεύει τους ανθρώπους και τον πλανήτη είναι η μόνη μας επιλογή».
Content Original Link:
" target="_blank">