Αλλάζει η φύση της σχέσης Ε.Ε. – ΗΠΑ στην εποχή Τραμπ
Το αμήχανο χαμόγελο της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στη χειραψία με τον Ντόναλντ Τραμπ, κατά τη σύναψη της εμπορικής συμφωνίας, επισφράγισε τη νέα εποχή στη διατλαντική συνεργασία. Οι σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τις ΗΠΑ στην περίοδο Τραμπ διατηρούνται ζωντανές, αλλά συμφέρουν λιγότερο· αυξήσεις έως 650% στους δασμούς και 150% στις αμυντικές δαπάνες είναι μέχρι στιγμής ο «λογαριασμός» για τις Βρυξέλλες, οι οποίες υποσχέθηκαν ότι θα δαπανήσουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια για να αγοράσουν περισσότερο αέριο και περισσότερους στρατιωτικούς εξοπλισμούς από την άλλη όχθη του Ατλαντικού. Στην πραγματικότητα, η Ευρώπη «αγοράζει» χρόνο από τον Τραμπ μέσα από deals τα οποία από τη φύση τους δεν αντιμετωπίζουν την αβεβαιότητα στο πλαίσιο μιας αυστηρά συναλλακτικής πλέον σχέσης.
Οι δασμοί
Η Ευρωπαϊκή Ενωση συμφώνησε σε ένα ανισοβαρές εμπορικό πλαίσιο με τις ΗΠΑ, υπό την έννοια ότι αποδέχθηκε δασμούς 15% για τους περισσότερους τομείς που αφορούν την εξαγωγική της δραστηριότητα –βλ. αυτοκίνητα, φαρμακευτικά προϊόντα, ημιαγωγούς– και από την πλευρά της δεσμεύθηκε να καταργήσει τους αντίστοιχους δασμούς που μέχρι σήμερα επιβάρυναν τις αμερικανικές εξαγωγές στην Ευρώπη.
Ομως, η συμφωνία αυτή θα βλάψει μεν όσες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν πετύχουν να μετακυλίσουν την επιβάρυνση στους Αμερικανούς εισαγωγείς ή να στραφούν σε εναλλακτικές αγορές, αλλά κυρίως θα αυξήσει τα κόστη για τις αμερικανικές επιχειρήσεις που θα χρειαστεί να συνεχίσουν τις εισαγωγές τους από την Ευρώπη – και φυσικά τους Αμερικανούς καταναλωτές, οι οποίοι θα δουν υψηλότερες τιμές στα προϊόντα που αγοράζουν. Αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο αναλυτές στοιχηματίζουν στο σενάριο ότι ο πρόεδρος Τραμπ κάποια στιγμή θα επανέλθει ζητώντας από τις Βρυξέλλες νέες παραχωρήσεις. Και, αν μη τι άλλο, ο ίδιος έχει αποδείξει ότι δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει οποιονδήποτε μοχλό πίεσης όταν θελήσει να επιτύχει ένα στόχο στις αμιγώς συναλλακτικές σχέσεις του. Σημειωτέον ότι η Ε.Ε. ήδη υποσχέθηκε να αγοράσει από τις ΗΠΑ φυσικό αέριο αξίας 750 δισ. δολαρίων έως το 2028, όπως και στρατιωτικούς εξοπλισμούς, με την υποσημείωση ότι θα αυξήσει τις συνολικές επενδύσεις της στην αμερικανική οικονομία κατά 600 δισ. δολάρια.
Το μείζον είναι ότι η Αμερική, γενέτειρα της παγκοσμιοποίησης, επιβάλλει στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ιστορικά υπέρμαχο του ανοιχτού εμπορίου, τον προστατευτισμό ως τη νέα πραγματικότητα που διέπει τώρα τις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις. «Η συμφωνία αυτή θέτει υπό αμφισβήτηση τη δέσμευση της Ευρώπης να αντιμετωπίσει τον προστατευτισμό του Τραμπ μέσω ενός δικτύου εμπορικών συμφωνιών με χώρες που έχουν παρόμοιο τρόπο σκέψης και με αναδυόμενες οικονομίες. Και, δεδομένου ότι ο Τραμπ σπάνια τηρεί τον λόγο του, η σταθερότητα που επιτυγχάνεται με την τρέχουσα συμφωνία φαίνεται στην καλύτερη περίπτωση επισφαλής. Η Αμερική μπορεί σύντομα να επιστρέψει με νέες απαιτήσεις», αναφέρεται σε κείμενο εργασίας του ECFR.
Η άμυνα
Στο ίδιο πνεύμα της συναλλακτικής εξωτερικής πολιτικής, τα διλήμματα που έθεσε ο Ντόναλντ Τραμπ στο ΝΑΤΟ οδήγησαν σε ακόμα μία συμφωνία ανάγκης, υπό την πίεση των εξελίξεων, καθώς η Ευρώπη αποδέχθηκε να αυξήσει το ύψος των πόρων που θα δαπανά για την άμυνα από το 2% στο 5% του ΑΕΠ – δέσμευση από την οποία οι ΗΠΑ αυτοεξαιρέθηκαν. Ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος παραμένει απρόβλεπτος στη γεωπολιτική σκακιέρα που έχει στηθεί πάνω στην εστία της Ουκρανίας. Μάλιστα, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, ο Πούτιν περιμένει την κόπωση της κυβέρνησης Τραμπ με την ελπίδα ότι οι ΗΠΑ θα αποσυρθούν από το μέτωπο. Το σενάριο η Ευρώπη να μείνει μόνη της αντιμέτωπη με τη Ρωσία δεν μπορεί να αποκλειστεί ακόμη, ιδίως αν σταθεί κανείς στα μισόλογα του Ντόναλντ Τραμπ –στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Χάγη– αναφορικά με τον βαθμό της αμερικανικής δέσμευσης στο άρθρο 5 για τη ρήτρα της συλλογικής άμυνας.
Το πλαίσιο
Το νέο δόγμα της Ουάσιγκτον υπονομεύει το προφίλ των ΗΠΑ ως αξιόπιστου εταίρου για την Ευρώπη, η οποία επί της ουσίας επέλεξε να «πληρώσει» για να εξασφαλίσει ένα προσωρινό καθεστώς ηρεμίας σε αυτήν την αμφιλεγόμενη πια διατλαντική σχέση. Υιοθετώντας τη λογική «πάω με τα νερά του και βλέπουμε», καθώς δεν έχει πρώτα η ίδια πειστεί για την περιβόητη στρατηγική αυτονομία της, η Ευρωπαϊκή Ενωση για την ώρα υποχρεώνεται να νομιμοποιεί μια προσέγγιση η οποία πρακτικά βασίζεται στην επιθετικότητα και στον εξαναγκασμό. Αναγκάζεται έτσι να επιβραβεύει εμμέσως τακτικές που υπονομεύουν την έννοια της εμπιστοσύνης και της εποικοδομητικής συνεργασίας με τον βασικό εταίρο της. Ανεξάρτητα από τα προβλήματα που δημιουργεί πάνω απ’ όλα για τις ίδιες τις ΗΠΑ, κατά γενική ομολογία, μέσα σε λίγους μήνες ο «τυφώνας» Τραμπ έχει καταφέρει να επιβάλει τον πυρήνα της πολιτικής του, διαμορφώνοντας ένα σκηνικό που μεταθέτει δυνητικές εντάσεις στο κοντινό μέλλον.
Η αλληλεπίδραση της Ευρώπης με την Αμερική έχει προσχηματικά σταθεροποιηθεί σε σύγκριση με τις πρώτες ημέρες της δεύτερης θητείας Τραμπ. Απέχει πολύ από το να αποκατασταθεί πάνω σε στέρεες βάσεις. Το ενδιαφέρον μετατοπίζεται τώρα στην ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης να μεταρρυθμιστεί για να ενδυναμωθεί, μπροστά σε μια περισσότερο συναλλακτική και λιγότερο προβλέψιμη διατλαντική σχέση. Οι σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τις ΗΠΑ στην εποχή Τραμπ παραμένουν ζωντανές, αλλά συμφέρουν λιγότερο.
Content Original Link:
" target="_blank">