Σύνοδος ΝΑΤΟ: Ο «μπαμπάκας» Τραμπ και η θυσία του 5% του ΑΕΠ
«Σύνοδος Τραμπ». Έτσι χαρακτήρισε ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, τη φετινή σύνοδο των ηγετών του ΝΑΤΟ στη Χάγη. Και, από ότι φαίνεται, δεν είχε άδικο.
Οι 32 ηγέτες που συμμετείχαν είχαν έναν κοινό στόχο: να ικανοποιήσουν επαρκώς τον Αμερικανό Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στο ζήτημα των αμυντικών δαπανών, ώστε να μη διαλύσει τη Συμμαχία. Και σε αυτόν τον στόχο πέτυχαν. Ο Τραμπ δήλωσε νικητής, καθώς τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ συμφώνησαν να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ έως το 2035. Ταυτόχρονα, οι ηγέτες ανακουφίστηκαν, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος επανέλαβε – έστω και προσωρινά – τη δέσμευση των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ.
Η καρδιά αυτής της δέσμευσης βρίσκεται το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ, η αρχή της συλλογικής άμυνας. Ωστόσο, ο Τραμπ δεν φαίνεται να συμμερίζεται πλήρως το νόημά του. «Υπάρχουν πολλές ερμηνείες για το Άρθρο 5», είπε στους δημοσιογράφους καθ’ οδόν προς τη σύνοδο. «Το ξέρετε, έτσι; Έχω δεσμευτεί στο να είμαι φίλος τους».
Στην πραγματικότητα, το Άρθρο 5 είναι ξεκάθαρο: «Μια ένοπλη επίθεση κατά ενός ή περισσοτέρων εξ αυτών στην Ευρώπη ή στη Βόρεια Αμερική θεωρείται επίθεση κατά όλων». Μέχρι στιγμής έχει ενεργοποιηθεί μόνο μία φορά — μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ, οδηγώντας όλους τους συμμάχους να στείλουν δυνάμεις στο Αφγανιστάν, ορισμένοι για περισσότερα από δέκα χρόνια.
Αλλο φίλος, άλλο σύμμαχος
Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε, επιχειρώντας να περιγράψει την σύγκρουση του Ισραήλ με το Ιράν και την εμπλοκή των ΗΠΑ, μίλησε για «παιδιά που μαλώνουν» και πρόσθεσε: «Ο μπαμπάς πρέπει καμιά φορά να χρησιμοποιεί σκληρή γλώσσα».
Ο Τραμπ όχι μόνο δεν φάνηκε να ενοχλείται από την αναφορά, αλλά την αξιοποίησε με το δικό του, χαρακτηριστικό τρόπο: «Νομίζω ότι με συμπαθεί. «Daddy, you’re my daddy»», είπε με χαμόγελο, προκαλώντας τα γέλια των δημοσιογράφων και του Ρούμπιο. «Το είπε με τρυφερότητα», πρόσθεσε.
Πίσω από το φαινομενικό χιούμορ, όμως, κρύβεται μια ουσιαστική αλλαγή ισορροπιών.
Το να είσαι «φίλος» είναι ένα πράγμα, το να είσαι πραγματικός σύμμαχος είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Και αυτό το δεύτερο είναι που έχει σημασία στη διεθνή πολιτική — και οι σύμμαχοι των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ ανησυχούν το ίδιο για την κατανόηση (ή μη) του Τραμπ, όσο και για τη Ρωσία.
Αυτός είναι και ο λόγος που συμφώνησαν να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους στο 5% του ΑΕΠ — εκ των οποίων το 3,5% θα αφορά βασικές στρατιωτικές ικανότητες — σχεδόν διπλάσιο από το μέχρι πρότινος καθιερωμένο 2%.
Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι και ο Καναδάς έχουν πλέον κατανοήσει πως δεν μπορούν να βασίζονται στις ΗΠΑ για την ασφάλεια και την άμυνά τους. Όπως είπε ο Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, τον Φεβρουάριο: «Η σκληρή στρατηγική πραγματικότητα εμποδίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες να εστιάζουν πρωτίστως στην ασφάλεια της Ευρώπης».
Παράλληλα, παρότι χαιρέτισε τον στόχο του 5%, ο Τραμπ ξεκαθάρισε ότι οι ΗΠΑ δεν σκοπεύουν να τον τηρήσουν. «Εμείς στηρίζουμε το ΝΑΤΟ εδώ και χρόνια», δήλωσε όταν ρωτήθηκε. «Άρα, δεν νομίζω ότι πρέπει εμείς να τον εφαρμόσουμε — αλλά πιστεύω ότι οι άλλες χώρες πρέπει, απόλυτα».
Ακόμα σημαντικότερη από τον νέο στόχο δαπανών, ωστόσο, είναι η συμφωνία για νέες απαιτήσεις σε στρατιωτικές δυνάμεις και ικανότητες, ώστε το ΝΑΤΟ να μπορεί να ανταποκριθεί σε κάθε απειλή — από τη Ρωσία ή άλλες πηγές.
Το βάρος πλέον σε Ευρώπη και Καναδά
Καθώς οι δαπάνες αυξάνονται, οι στρατοί εκπαιδεύονται και νέες δυνάμεις παρατάσσονται, η Ευρώπη και ο Καναδάς θα αναλάβουν πολύ μεγαλύτερο μέρος του συνολικού αμυντικού βάρους. Η εξάρτησή τους από τις ΗΠΑ θα μειωθεί και η ευθύνη για το ΝΑΤΟ θα μετατοπιστεί σταδιακά προς την Ευρώπη.
Αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό. Η Ευρώπη μπορεί — και πρέπει — να αναλάβει περισσότερη ευθύνη για τη δική της ασφάλεια. Ωστόσο, αυτή η εξέλιξη θα αλλάξει την εσωτερική ισορροπία δυνάμεων στη Συμμαχία, απομακρύνοντας το κέντρο βάρους από την Ουάσιγκτον και φέρνοντάς το πιο κοντά στις Βρυξέλλες και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Σε αντίθεση με τους προκατόχους του, ο Τραμπ δεν ενδιαφέρεται για «κατανομή βαρών», αλλά για τη μεταφορά τους. Και ως αποτέλεσμα, η επιρροή και η ισχύς της Ουάσιγκτον μέσα στο ΝΑΤΟ και στην Ευρώπη θα συνεχίσει να μειώνεται.
Content Original Link:
" target="_blank">