"Βράχος" οι ελληνικές Τράπεζες - Πέρασαν με επιτυχία τα stress tests
Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (European Banking Authority) δημοσίευσε σήμερα τα αποτελέσματα της πανευρωπαϊκής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) του 2025, σύμφωνα με τα οποία ανθεκτικές φαίνεται να παραμένουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες σε μια σοβαρή υποθετική οικονομική ύφεση.
Συγκεκριμένα, συνολικά 64 τράπεζες -εκ των οποίων οι 51 ήταν από την Ευρωζώνη- από 17 χώρες της ΕΕ και του ΕΟΧ συμμετείχαν στην άσκηση καλύπτοντας το 75% των περιουσιακών στοιχείων του τραπεζικού τομέα της ΕΕ. Να σημειωθεί ότι, ανάμεσα τους βρέθηκαν και τρεις ελληνικές τράπεζες (Eθνική, Alpha Bank και Πειραιώς -πλην Eurobank λόγω της εξαγοράς της Ελληνικής Τράπεζας στην Κύπρο), όπως αναφέρει το «Power Game».
Τα υποθετικά δυσμενή σενάρια της ΕΚΤ
Μεταξύ τον υποθετικών σεναρίων της ΕΚΤ βρίσκεται η απότομη επιδείνωση του παγκόσμιου μακροοικονομικού περιβάλλοντος, η οποία οφείλεται στην αναζωπύρωση των γεωπολιτικών εντάσεων, στον εδραιωμένο κατακερματισμό του εμπορίου, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης των δασμών, και σε επίμονες διαταραχές στην προσφορά. Οι τράπεζες της ΕΕ, αν και καταγράφουν ζημίες ύψους 547 δισ. ευρώ σε ορίζοντα τριών ετών, διατηρούν ισχυρές κεφαλαιακές θέσεις και την ικανότητά τους να συνεχίσουν να στηρίζουν την οικονομία.
Stress test και επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών
Η μείωση κεφαλαίου στο πλαίσιο του δυσμενούς σεναρίου προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων ανέρχεται σε 370 μονάδες βάσης, με αποτέλεσμα ο δείκτης CET1 να διαμορφώνεται στο 12,1% (από 15,8% στο ξεκίνημα της άσκησης). Σημειώνεται ότι η ισχυρή δημιουργία εισοδήματος κατά τη διάρκεια της άσκησης βοηθά τις τράπεζες να αντισταθμίσουν εν μέρει τις ζημίες τους και οδηγεί σε χαμηλότερη μείωση σε σύγκριση με την άσκηση του 2023. Και οι τρεις ελληνικές τράπεζες που συμμετείχαν στα stress test, κατέγραψαν μείωση κεφαλαίου για τα τρία χρόνια του δυσμενούς σεναρίου.
Συνολικά για την Ε.Ε. και σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, καμία τράπεζα δεν παραβιάζει την κεφαλαιακή απαίτηση CET1 στο πλαίσιο της Διαδικασίας Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (TSCR) και οι τράπεζες του δείγματος συνολικά έχουν 554 δισ. ευρώ κεφαλαίου CET1 που υπερβαίνει τις απαιτήσεις TSCR. Ειδικότερα:
- Οι τράπεζες ξεκινούν την άσκηση με συνολικό δείκτη μόχλευσης (LR) 5,77%, ο οποίος μειώνεται σε 4,92% στο τέλος του 2027, σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο.
- Το δυσμενές σενάριο μειώνει τα συνολικά καθαρά έσοδα των τραπεζών κατά 436 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια των τριών ετών, σε σύγκριση με μια κατάσταση όπου το σημείο εκκίνησης του 2024 θα παρέμενε σταθερό.
- Στο δυσμενές σενάριο, τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) παρέχουν ένα σημαντικό «μαξιλάρι» για την απορρόφηση ζημιών. Τα σωρευτικά καθαρά έσοδα από τόκους (NII) ανέρχονται σε 945 δισ. ευρώ, κατά τη διάρκεια του τριετούς ορίζοντα του δυσμενούς σεναρίου. Κατά τη διάρκεια του 2025, που είναι το έτος του δυσμενούς σεναρίου με τη μεγαλύτερη μείωση των συνολικών καθαρών τόκων από τόκους, τα συνολικά καθαρά έσοδα από τόκους μειώνονται κατά 18,8% σε σύγκριση με το σημείο εκκίνησης και κατά 24,4% σε σχέση με την πρόβλεψη του βασικού σεναρίου για το ίδιο έτος.
- Οι τράπεζες ξεκινούν την άσκηση με υψηλότερη κερδοφορία και κεφάλαια απ’ ό,τι τα τελευταία χρόνια. Αν και οι τράπεζες είναι πιο ευαίσθητες στον κίνδυνο, εμφανίζοντας υψηλότερες ονομαστικές ζημίες, έχουν καλύτερη ικανότητα απορρόφησης μέσω της δημιουργίας εισοδήματος. Οι τράπεζες εμφανίζουν περισσότερες ευπάθειες στον πιστωτικό κίνδυνο και τον κίνδυνο αγοράς, οι οποίοι αποτελούν τους κύριους παράγοντες που συμβάλλουν στις ζημίες από τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
- Συγκεκριμένα δυσμενή σενάρια επηρεάζουν τους οικονομικούς τομείς με διαφορετικό τρόπο. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, οι τράπεζες έχουν βελτιώσει την ικανότητά τους να διαφοροποιούν τον αντίκτυπο των δυσμενών σεναρίων μεταξύ των τομέων, ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη περαιτέρω βελτίωσης των προσπαθειών μοντελοποίησης.
- Η ισχυρή απόδοση των τραπεζών της ΕΕ στις πανευρωπαϊκές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2025 είναι καθησυχαστική, ωστόσο, η διατήρηση επαρκούς κεφαλαίου παραμένει απαραίτητη για την εξασφάλιση της ασφάλειας του τραπεζικού συστήματος της ΕΕ.
Το βασικό σενάριο των stress test
Το βασικό σενάριο υποθέτει μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στην ΕΕ κατά 1,5% μεταξύ 2025 και 2027, με αργά μειωμένο ποσοστό ανεργίας στο 5,5% το 2027 και σταθεροποίηση του πληθωρισμού πολύ κοντά στο στόχο του 2%. Τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια αναμένεται να μειωθούν περαιτέρω από τα επίπεδα εκκίνησης, ενώ αναμένεται μικρή αύξηση για τα μακροπρόθεσμα επιτόκια. Η αγορά ακινήτων υποθέτει μικρή αύξηση των τιμών έως το 2027 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2024.
Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές υποθέσεις του βασικού σεναρίου, οι τράπεζες προβλέπουν συνολικό κέρδος 171 δισ. ευρώ τόσο για το 2025 όσο και για το 2026, και 160 δισ. ευρώ για το 2027, λίγο χαμηλότερο από τα 181 δισ. ευρώ κερδών που παρατηρήθηκαν το 2024. Αυτά τα κερδοφόρα έτη βοηθούν τις τράπεζες να αυξήσουν περαιτέρω το κεφάλαιο μέσω των παρακρατούμενων κερδών. Το συνολικό κεφάλαιο CET1 αυξάνεται κατά 148 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια των τριών ετών του χρονικού ορίζοντα, από 1.421 δισ. ευρώ στο τέλος του 2024 σε 1.568 δισ. ευρώ στο τέλος της άσκησης.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, εξάλλου, οι τράπεζες συνεχίζουν να αυξάνουν το κεφάλαιό τους μέσω παρακρατούμενων κερδών, φτάνοντας σε συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας CET1 16,9% έως το τέλος του 2027. Όλες οι τράπεζες πληρούν τις συνολικές κεφαλαιακές τους απαιτήσεις (OCR) με συνολικά 526 δισ. ευρώ κεφαλαίου CET1 πλέον των απαιτήσεων στο τέλος του 2027.
Stress test: Βασικά χαρακτηριστικά του δυσμενούς μακροοικονομικού σεναρίου
Για την ΕΕ, το δυσμενές σενάριο είναι πιο σοβαρό από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και επίσης σημαντικά πιο σοβαρό από τις πρόσφατες μακροοικονομικές εξελίξεις. Συνδυάζει μια απότομη απώλεια πραγματικού ΑΕΠ για την ΕΕ, που φτάνει το -6,3% από το σημείο εκκίνησης το 2024 έως το τέλος του χρονικού ορίζοντα το 2027, ενώ το ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ αυξάνεται κατά 5,8 ποσοστιαίες μονάδες την ίδια περίοδο. Ειδικότερα, τα βασικά χαρακτηριστικά του δυσμενούς μακροοικονομικού σεναρίου είναι τα ακόλουθα:
- Σοβαρή απώλεια του πραγματικού ΑΕΠ για την ΕΕ, φτάνοντας το 6,3% από το σημείο εκκίνησης το 2024 έως το 2027.
- Σημαντική αύξηση του ποσοστού ανεργίας στην ΕΕ, κατά 5,8 ποσοστιαίες μονάδες από το σημείο εκκίνησης το 2024 έως το 2027.
- Αύξηση του πληθωρισμού πάνω από τα βασικά επίπεδα τα πρώτα δύο χρόνια του χρονικού ορίζοντα, κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες το 2025 και 1,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2026, με μείωση κάτω από το βασικό επίπεδο κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες το 2027.
- Σημαντική αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων της ΕΕ, κατά περίπου 150 μονάδες βάσης μεταξύ του σημείου εκκίνησης στο τέλος του 2024 και του τέλους του 2027.
- Ισχυρή πτώση των τιμών των μετοχών της ΕΕ από το σημείο εκκίνησης, κατά 50% το 2025, 46% το 2026 και 42% το 2027.
- Σημαντική πτώση των τιμών των κατοικιών και των εμπορικών ακινήτων στην ΕΕ από το σημείο εκκίνησης σε τριετή ορίζοντα, κατά 15,7% και 29,5% αντίστοιχα.
Content Original Link:
" target="_blank">